IIΙ. ΓΙΑ ΤΟΝ ΗΧΟ ΤΟΥ ΟΠΛΟΥ.

Τρομοκράτης (ο) [τρομοκρατών]. 1.Aυτός που προσπαθεί να επιβληθεί ή να κερδίσει κάτι με τον τρόμο, που τρομοκρατεί συστηματικά. 2.(συχνότ.) μέλος παράνομης οργάνωσης που ασκεί τρομοκρατία.
[ΕΤΥΜ. τρόμος+ κράτης < κρατώ. Η λέξη μαρτυρείται από το 1850].

*

5 Σεπτεμβρίου 1972. Ολυμπιακοί Αγώνες, Μόναχο, Δυτική Γερμανία.
Οκτώ ένοπλοι, μέλη της ελάχιστα γνωστής παλαιστινιακής οργάνωσης με το όνομα «Μαύρος Σεπτέμβρης» διεισδύουν στο Ολυμπιακό Χωριό. Κάτω απ’το βλέμμα των διεθνών μέσων ενημέρωσης, έντεκα Ισραηλινοί αθλητές συλαμβάνονται όμηροι. Επιζητώντας την αναγνώριση του αγώνα γιά την απελευθέρωση της Παλαιστίνης ο Μαύρος Σεπτέμβρης απαιτεί την απελευθέρωση διακοσίων πενήντα κρατουμένων με αντάλαγμα την ζωή των αθλητών. Στις επόμενες ώρες, δύο από τα μέλη της Ισρηλινής ομάδας δολοφονούνται. Όταν οι ένοπλοι επιχειρούν να διαφύγουν από το αεροδρόμιο του Μονάχου μαζί με τους αιχμαλώτους, η γερμανική αστυνομία οργανώνει μιά επιχείρηση διάσωσης με καταστροφικές συνέπειες. Οι ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας ανοίγουν πυρ εναντίον των απαγωγέων. Τα μέλη του Μαύρου Σεπτέμβρη στρέφονται εναντίον των αιχμαλώτων τους. Όλοι οι Ισραηλινοί αθλητές και οι μισοί απαγωγείς σκοτώνονται. Το κράτος του Ισραήλ βυθίζεται στην οδύνη, που μετατρέπεται σε οργή. Η πρωθυπουργός, Γκόλντα Μέυερ, μέσα σε λίγες ώρες, προχωράει σε αντίποινα, με μία δημόσια εκδήλωση αντεκδίκησης. Αεροπορικές επιδρομές σε παλαιστινιακά στρατόπεδα προσφύγων στον Λίβανο και στην Συρία, αφήνουν πίσω περισσότερους από διακόσιους νεκρούς. Οι ίδιοι οι απαγωγείς είχαν σκοτωθεί ή συληφθεί στο Μόναχο, αλλά γιά την Μέϋερ αυτό δεν ήταν αρκετό. Αμέσως μετά τις κηδείες, προσκαλεί τις οικογένειες των θυμάτων σε μιά μυστική συνάντηση. Έτσι, από το αρχηγείο της Μοσάντ, ξεκινάει μιά απίστευτη επιχείρηση εκδίκησης. Η «Οργή του Θεού».

*

Ο Μαύρος Σεπτέμβρης ήταν μιά ολιγομελής ομάδα αποστατών της Οργάνωσης γιά την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και η μυστικότητα που κάλυπτε την δράση της -σε συνδυασμό με την διεθνή νομοθεσία που απαγόρευε αυστηρά την τέλεση δολοφονιών με την συγκατάθεση του κράτους σε ξένες χώρες- έκανε το σχέδιο της Μοσάντ πολύ δύσκολο. Έπρεπε να δράσει με απόλυτη μυστικότητα. Καθώς οι λίστες των υπόπτων συμπληρώνονταν, ένα όνομα εμφανιζόταν διαρκώς: Αλί Χασάν Σαλαμέχ. Ο φερόμενος ως ένας εκ των ηγετών του Μαύρου Σεπτέμβρη, ήταν γνωστός στα ΜΜΕ με το παρατσούκλι Κόκκινος Πρίγκηπας και το όνομά του είχε συνδεθεί με αεροπειρατείες και τρομοκρατικές επιθέσεις, ανάμεσα στις οποίες και η σφαγή στο αεροδρόμιο του Τελ Αβίβ, που άφησε πίσω της 26 νεκρούς.

«Αισθανόμασταν, με μεγάλη βεβαιότητα», λέει ο David Kimche, πρώην αναπληρωτής αρχηγός της Μοσάντ, «ότι αυτός ήταν ο εγκέφαλος των σφαγών του Μονάχου. Έτσι, τον θεωρούσαμε ως τον πιό σημαντικό στόχο από όλους τους άλλους».

Ο Σαλαμέχ όμως ήταν άφαντος. Απτόητο το Ισραήλ έστρεψε την προσοχή του στους άλλους υπόπτους που είχε στην λίστα του. Η όλη επιχείρηση βρισκόταν υπό την επίβλεψη της Γκόλντα Μέϋερ, που ήταν επικεφαλής μιάς μυστικής κυβερνητικής επιτροπής, γνωστής ως «Επιτροπή Χ». Το Ισραήλ δεν παραδέχτηκε ποτέ την ύπαρξή της. Ωστόσο κρυφά η Μέϋερ εγκατέλειψε κάθε νομική διαδικασία και μεταμορφώθηκε σε δικαστή, ένορκο και εκτελεστή, δίχως τον παραμικρό δισταγμό.

«Όλες οι πληροφορίες συγκεντρώνονταν, αναλύονταν και αποστέλονταν στην Επιτροπή Χ, την επιτροπή των μελών της κυβέρνησης, με επικεφαλής την πρωθυπουργό Γκόλντα Μέϋερ, η οποία θα ενέκρινε ή δεν θα ενέκρινε την δολοφονία του στόχου», μας λέει ο Ronen Bergman, ειδικός αναλυτής σε θέματα της Μοσάντ.

Δεν είχαν περάσει ούτε τρεις εβδομάδες από την σφαγή του Μονάχου, όταν η Επιτροπή Χ έδωσε το πράσινο φως γιά την πρώτη δολοφονία. Η Μοσάντ προετοίμασε το έδαφος γιά το μεγάλο χτύπημα στην καρδιά της Ευρώπης. Ο πρώτος στόχος ήταν ένας άντρας, γιά τον οποίον η Μοσάντ ισχυρίστηκε ότι ήταν υψηλόβαθμο στέλεχος του Μαύρου Σεπτέμβρη στην Ιταλία.

*

Ρώμη, Οκτώβριος 1972.

Στην ιταλική πρωτεύουσα η Μοσάντ άρχισε να παρακολουθεί τον Βαέλ Σβάϊτερ, έναν τριαντάχρονο μεταφραστή, που εργαζόταν γιά την πρεσβεία της Λιβύης. Γιά τους δυτικούς φίλους του ο Σβάϊτερ ήταν ένας φιλήσυχος αριστερός συγγραφέας. Γιά την Μοσάντ, ήταν ο επικεφαλής του Μαύρου Σεπτέμβρη στην Ιταλία, με άμεση εμπλοκή στον σχεδιασμό της σφαγής του Μονάχου. Έτσι, καταστρώνει μία πολυεπίπεδη επιχείρηση με σκοπό την δολοφονία του Σβάϊτερ. Δύο δολοφόνοι της Ομάδας Κύδων παρακολουθούν την πολυκατοικία του έτοιμοι γιά το χτύπημα. Ο ένας απ’τους δύο, περιγράφει τι ακριβώς έγινε εκείνη την νύχτα.

Αξιωματικός G, εκτελεστής της Μοσάντ: «Είχαμε μία εικοσιδυάρα Μπερέτα, που είναι καλή γιά κοντινά χτυπήματα. Χρησιμοποιήσαμε επίσης σιγαστήρα γιά να μην κάνουμε θόρυβο. Οι σφαίρες ήταν κούφιες, σχεδιασμένες να εκραγούν μέσα στο σώμα, επιφέροντας την μέγιστη βλάβη».

Γιά τον Σβάϊτερ ήταν μιά βραδυά σαν όλες τις άλλες. Αγόρασε μία εφημερίδα, ένα μπουκάλι κρασί και κατευθύνθηκε στην πολυκατοικία. Δεν είχε σωματοφύλακες, δεν κοιτούσε πίσω, δεν είχε κανένα λόγο να υποψιάζεται πως η Μοσάντ τον παρακολουθούσε.

Αξιωματικός G: «Είχα όλη μου την προσοχή επικεντρωμένη στον στόχο. Δεν θυμάμαι τι φορούσε. Δεν θυμάμαι τι καιρό έκανε. Δεν υπήρχε χρόνος γιά κουτσομπολιό. Απλώς τον ρωτήσαμε το όνομά του. Προχωρήσαμε. Δεν είχε χρόνο να αντιδράσει. Τον πυροβολήσαμε στην είσοδο του ασανσέρ. Αδειάσαμε δύο ολόκληρους γεμιστήρες. Οι τελευταίοι πυροβολισμοί ήταν στο κεφάλι, γιά να σιγουρευτούμε».

Κατόπιν, ψύχραιμα οι δολοφόνοι εγκατέλειψαν το κτίριο. Δεν έτρεξαν, περπάτησαν μέχρι την έξοδο και επιβιβάστηκαν σε ένα αυτοκίνητο διαφυγής που τους περίμενε μερικά μέτρα μακριά.

Αξιωματικός G: «Δεν είχα τίποτε ενάντια στον τύπο, ήταν όμως μπλεγμένος σε τρομοκρατικές δραστηριότητες και σαμποτάζ. Εάν τον σκεφτώ αυτόν και την οικογένειά του γίνομαι συναισθηματικός, γιά μένα όμως ήταν απλώς ένας στόχος που προξενούσε ζημιά και αποδέχτηκα τις διαταγές που μου δόθηκαν».

Οι Ιταλικές αρχές δεν είχαν στα χέρια τους ούτε στοιχεία ούτε υπόπτους, μόνο ένα σώμα που είχε γίνει κόσκινο από δεκαέξι σφαίρες.

*

Οκτώβριος 1972, Τελ Αβίβ, Ισραήλ.

«Νομίζω ότι ήταν περίπου εννέα το πρωί, όταν χτύπησε το τηλέφωνο στο σπίτι», λέει η Ankie Spitzer, χήρα ισραηλινού αθλητή, «και κάποιος ρώτησε αν είμαι η Άνκι Σπίτζελ και εγώ είπα “ναι”. Και τότε είπε “άκουσε στο ραδιόφωνο το επόμενο δελτίο ειδήσεων, που είναι στις δέκα. Όπως υποσχεθήκαμε”. Και εγώ ρώτησα “ποιός είναι;” Και μου είπε “μη σε νοιάζει”. Υπήρξε μιά ανακοίνωση, ότι είχαν σκοτώσει έναν από τους ανθρώπους που ήταν αναμεμιγμένοι στην σφαγή του Μονάχου. Ίσως αυτό να ήταν ένα έμμεσο μήνυμα από την Γκόλντα Μέϋερ, ότι είχε κρατήσει τον λόγο της. Είπα, εντάξει, δεν ζητήσαμε κάτι τέτοιο. Κανείς δεν πρέπει να σκοτωθεί ξανά. Απλώς, δικάστε τον».

Η Επιτροπή Χ όμως δεν ενδιαφερόταν γιά την απόδοση δικαιοσύνης μέσα σε μιά αίθουσα δικαστηρίου. Αντιθέτως, κατέστρωναν όλο πιό περίπλοκα σχέδια γιά να οδηγήσουν την επιχείρηση πιό πέρα από μιά απλή εκδίκηση.

David Kimche, πρώην αναπληρωτής αρχηγός της Μοσάντ: «Ο στόχος δεν ήταν τόσο πολύ η εκδίκηση αλλά κυρίως το να τους τρομάξουμε. Θέλαμε να τους κάνουμε να κοιτάν κλεφτά προς τα πίσω και να αισθάνονται ότι τους παρακολουθούμε στενά. Και έτσι προσπαθήσαμε να μην τελειώσουμε την δουλειά απλώς πυροβολώντας έναν τύπο στον δρόμο, αυτό είναι σχετικά εύκολο».

*

Οι ειδικοί της Μοσάντ δούλευαν πυρετωδώς, τελειοποιώντας τεχνικές δολοφονίας που είχαν χρησιμοποιηθεί κατά καιρούς ενάντια στους εχθρούς του Ισραήλ. Πολλές από αυτές βασίζονταν στα εκρηκτικά και, κατά συνέπεια στο καμουφλάζ τους. Τρεις μήνες πριν το Μόναχο, ο Μπασάμ Αμπού Σαρίφ, ένας Παλαιστίνιος μαχητής, ήταν ο στόχος ενός από τα θανατηφόρα πειράματα της Μοσάντ.

«Στις 25 Ιουλίου του 1972, μου έστειλαν ένα χοντρό βιβλίο. Και μετά την δέκατη σελίδα, το βιβλίο ήταν κούφιο στο εσωτερικό του, το οποίο ήταν γεμάτο με εκρηκτικές γομώσεις. Τις είδα προτού εκραγούν. Έχασα το δεξί μάτι -είναι γυάλινο- και τα δάχτυλα του δεξιού χεριού. Είχε σχεδιαστεί γιά να με αποκεφαλίσει».

Ο Μπασάμ Αμπού Σαρίφ γλύτωσε παρά τρίχα απ’την βόμβα. Όμως οι τελειοποιημένες τεχνικές της Μοσάντ θα χρησιμοποιηθούν στην επιχείρηση «Οργή του Θεού». Ο ακύρηχτος πόλεμος θα μεταφερθεί στους δρόμους του Παρισιού.

*

Παρίσι, Νοέμβριος 1972.

Επόμενος στόχος, ο δόκτορας Μαχμούτ Χαμσιρί, εκπρόσωπος τύπου της PLO στην Γαλλία. Σύμφωνα με την Μοσάντ, όχι μόνο ήταν αναμεμιγμένος στον σχεδιασμό της σφαγής του Μονάχου, αλλά οργάνωνε και νέες επιθέσεις στην Ευρώπη.

David Kimche, πρώην αναπληρωτής αρχηγός της Μοσάντ:
«Ο κύριος Χαμσιρί ήταν ένας από τους ανθρώπους γιά τους οποίους ξέραμε ότι σχεδιάζουν τρομοκρατικές επιθέσεις και σε ότι μας αφορά, οποιοσδήποτε σχεδιάζε τρομοκρατικές επιθέσεις με στόχο να σκοτώσει ανθρώπους, είναι και ο ίδιος στόχος. Και αυτό ισχύει και γιά τον κύριο Χαμσιρί».

Η Μοσάντ ήξερε ότι ο Χαμσιρί ζούσε σε ένα πολυτελές διαμέρισμα στα νότια του Παρισιού με την γυναίκα και την κόρη του. Προκειμένου να προστατευτούν τα μέλη της οικογένειάς του, κατέστρωσε ένα περίπλοκο σχέδιο στο οποίο πήραν μέρος περισσότεροι από είκοσι ανώτεροι αξιωματικοί, που θα ήλεγχαν με ακρίβεια πως, πότε και που θα ελάμβανε χώρα η δολοφονία. Ένας Πράκτορας, υποδυόμενος τον Ιταλό δημοσιογράφο, του έκλεισε ραντεβού γιά συνέντευξη σε ένα κοντινό καφέ. Κατά την απουσία του, μιά ομάδα εμπειρογνωμόνων με το όνομα Κεσέτ, στρώθηκε στη δουλειά. Ο δολοφόνος της Μοσάντ, αξιωματικός G -ήδη γνωστός μας από την δολοφονία του Σβάϊτερ- που πήρε μέρος και σε αυτή την επιχείρηση διηγείται:

«Η Κεσέτ διείσδυσε στο γραφείο του και πήρε δείγματα από διάφορα πράγματα, φωτογραφίες και τα λοιπά. Κατέγραψαν κάθε πιθανή λεπτομέρεια».

Οι Πράκτορες αφαίρεσαν ένα μικρό κομμάτι ξύλου απ’το τραπεζάκι του τηλεφώνου του Χαμσιρί. Στείλαν αυτό το δείγμα μαζί με λεπτομερείς περιγραφές και φωτογραφίες στο αρχηγείο της Μοσάντ, στο Τελ Αβίβ. Στο εργαστήριο, μία ομάδα επιστημόνων κατασκεύασε ένα ίδιο τραπέζι γεμάτο εκρηκτικά. Στο Παρίσι, η Κεσέτ έκανε την αλλαγή. Την ίδια ώρα, ο ανυποψίαστος Χαμσιρί έδινε την τελευταία του συνέντευξη στην Γαλλική τηλεόραση. Την Παρασκευή 8 Δεκεμβρίου, οι Πράκτορες της Μοσάντ που παρακολουθούσαν το διαμέρισμα ανέφεραν ότι η σύζυγος και η κόρη του είχαν βγει έξω. Ο στόχος ήταν μόνος. Στις 9.25 το πρωί, ο Πράκτορας που είχε υποδυθεί τον Ιταλό δημοσιογράφο τηλεφώνησε στον Χαμσιρί γιά να βεβαιωθεί ότι ο στόχος είναι όσο το δυνατόν πιό κοντά στην βόμβα και όταν εκείνος απάντησε, πάτησε το κουμπί.

Η τοποθέτηση της βόμβας στο τηλέφωνο έστειλε σαφές μήνυμα σε όλους τους πιθανούς αποδέκτες: κανείς δεν είναι ασφαλής. Η Μοσάντ είναι παντού. Η τρομοκρατία απέδιδε καρπούς: κάθε Παλαιστίνιος ακτιβιστής φοβόταν γιά την ζωή του.

*

Τις επόμενες βδομάδες οι δολοφόνοι συνέχισαν την δράση τους. Μιά βόμβα στην Κύπρο σκοτώνει κάποιον φερόμενο ως αγγελιοφόρο του Μαύρου Σεπτέμβρη και στο Παρίσι δολοφονείται ένας άντρας κατηγορούμενος γιά λαθρεμπόριο όπλων γιά λογαριασμό της PLO. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις φαίνεται να αγνοούν την ισραηλινή επιχείρηση που λαμβάνει χώρα στις πρωτεύουσές τους παρά τον αυξανόμενο αριθμό των θυμάτων. Είναι όμως έτσι;

Aaron Klein, ειδικός σε θέματα της Μοσάντ:
«Οι κυβερνήσεις γνώριζαν ότι το Ισραήλ βρισκόταν πίσω από τις δολοφονίες και από την στιγμή που η αιτία ήταν η ισραηλινή εκδίκηση γιά το Μόναχο δεν λάμβαναν σκληρά μέτρα εναντίον των Ισραηλινών».

David Kimche, πρώην αναπληρωτής αρχηγός της Μοσάντ:
«Μετά το Μόναχο οι περισσότερες από τις πλέον προηγμένες υπηρεσίες πληροφοριών άρχισαν να συνεργάζονται σε μιά πολύ πιό σοβαρή κλίμακα. Σε αυτήν όμως δεν περιλαμβανόταν να βγάλουν απ’την μέση εκείνους που πήραν μέρος στην σφαγή στο Μόναχο».

*

Καθώς οι δυτικές κυβερνήσεις εθελοτυφλούσαν, η Μοσάντ συνέχισε απτόητη. Τον Απρίλιο του 1973 απέκτησε μία πληροφορία που θα κατέληγε σε μακελειό. Είχε σχέση με τρεις σημαντικούς στόχους του Ισραήλ: ο Αμπού Γιουσέφ, ο Καμάλ Νάσερ και ο Καμάλ Αντβάν, τρία ηγετικά στελέχη της Οργάνωσης γιά την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, εντοπίστηκαν στον Λίβανο. Ζούσαν με τις οικογένειές τους στον ίδιο δρόμο, στο κέντρο της Βηρυτού• το αρχηγείο της PLO. Η Μοσάντ άρχισε να καταστρώνει μία πολύπλοκη και δύσκολη επιχείρηση, που θα λάμβανε χώρα σε ένα εχθρικό προς το Ισραήλ ξένο κράτος, κατά στόχων που φρουρούνταν μέρα-νύχτα από ένοπλους μαχητές. Έτσι, οι Πράκτορες ζήτησαν την βοήθεια του στρατού. Κάλεσαν τον Εχούντ Μπάρακ, τον άνθρωπο που θα γινόταν αργότερα πρωθυπουργός του Ισραήλ και που τότε ήταν διοικητής των Ειδικών Δυνάμεων. Ας τον ακούσουμε:

Ehud Barak, ειδικές δυνάμεις του Ισραήλ:
«Μου είπαν “έχουμε ταυτοποιήσει πολύ καλούς στόχους αλλά είναι πέρα από τις τεχνικές δυνατότητές μας, δεν μπορούμε να το κάνουμε στα πλαίσια της Μοσάντ. Σε χρειαζόμαστε”. Ήρθαν και είπαν: “Έχουμε πληροφορίες”. Εντάξει, μας τις έδειξαν. Την εσωτερική διάταξη των κτιρίων, τα σχέδια, τους σωματοφύλακες έξω, αλλά και τις εικασίες τους γιά το πως θα έμοιαζε το εσωτερικό των διαμερισμάτων».

Καθώς ο Μπάρακ κατέστρωνε το σχέδιο της επίθεσης, βρέθηκε μπροστά σε ένα πρόβλημα. Οι Παλαιστίνιοι ηγέτες, αφυπνισμένοι από τις προηγούμενες δολοφονίες, βρίσκονταν σε εκγρήγορση ακόμα και μέσα στο αρχηγείο της PLO. Με δεδομένο το ότι η επιχείρηση θα γίνοταν μετά τα μεσάνυχτα, έπρεπε να βρει έναν τρόπο γιά να περάσει η ομάδα των εκτελεστών σχετικά απαρατήρητη στους άδειους δρόμους της Βηρυτού, κάτω από τα άγρυπνα μάτια των μαχητών που φύλαγαν την περιοχή της Οργάνωσης. Ο Μπάρακ σκέφτηκε απλά και έξυπνα. Έντυσε τους Πράκτορες σαν να είχαν βγει να διασκεδάσουν στα κλαμπ της πόλης. Ο ίδιος και οι δύο καταδρομείς του έπαιξαν τον ρόλο των φιλενάδων τους.

Ehud Barak, ειδικές δυνάμεις του Ισραήλ:
«Ήμουν ντυμένος σαν νεαρή γυναίκα, μία καστανομάλα με μοντέρνα ρούχα και ένα σακάκι κάπως πιό φαρδύ γιά να μπορώ να κρατώ το Ούζι. Δίπλα μου είχα μία κοντόχοντρη και γεροδεμένη ξανθιά και στην παρέα υπήρχε άλλη μία ξανθιά και είχαμε απ’όλα και μακιγιάζ και απ’όλα», διηγείται ο ίδιος χαμογελώντας.

10 Απριλίου 1973, Λιμένας Βηρυτού, ώρα 1.30 μμ.

Η βαριά οπλισμένη ομάδα του Μπάρακ αποβιβάζεται κρυφά στην παραλία της Βηρυτού. Πράκτορες της Μοσάντ περιμένουν, γιά να μεταφέρουν τους μεταμφιεσμένους καταδρομείς στους στόχους τους.

Ehud Barak, ειδικές δυνάμεις του Ισραήλ:
«Δύο από τους νεώτερους αξιωματικούς στην Μονάδα, μου εξέφρασαν κάποιες αμφιβολίες γιά το εάν ήταν ηθικά δικαιολογημένο να πάμε και να σκοτώσουμε ανθρώπους στα διαμερίσματά τους. Και τους είπα ναι, είναι δικαιολογημένο, εάν είναι ένας πόλεμος κατά της τρομοκρατίας. Και δεν πρόκειται να τον κερδίσεις εάν κάθεσαι αδρανής και είσαι υπερβολικά επιλεκτικός σε ότι αφορά τους στόχους σου».

Μετά από δέκα λεπτά η ομάδα των Ισραηλινών φτάνει στους στόχους. Ο Μπάρακ με την ομάδα του μένει να φυλάξει την είσοδο, ενώ οι υπόλοιποι ανεβαίνουν τις σκάλες.

Ehud Barak, ειδικές δυνάμεις του Ισραήλ:
«Στείλαμε τις διμοιρίες μέσα στα δύο πολυόροφα κτίρια και περιμέναμε να ανεβούν επάνω».

Μα καθώς οι δολοφόνοι περίμεναν την κατάληλη στιγμή, κάτω η κάλυψη του Μπάρακ τινάχτηκε στον αέρα.

Ehud Barak, ειδικές δυνάμεις του Ισραήλ:
«Τότε χάσαμε το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Από ένα από τα αυτοκίνητα μπροστά μας βγήκε ένας σωματοφύλακας. Άνοιξε το δερμάτινο μπουφάν του, τράβηξε ένα όπλο και άρχισε να διασχίζει τον δρόμο. Θυμάμαι ακόμη την έκφραση σοκ στα μάτια του όταν είδε δύο κυρίες να ανοίγουν τα μπουφάν τους να βγάζουν μικρά όπλα και να αρχίζουν να πυροβολούν. Αμέσως ξύπνησε όλος ο δρόμος και είδα με την άκρη του ματιού μου ότι τα πρώτα τρία διαμερίσματα που είχαν ανάψει τα φώτα τους ήταν αυτά στα οποία σκοπεύαμε να μπούμε. Η ανταλαγή πυρών ήταν αρκετά έντονη. Ένα Land Rover γεμάτο πάνοπλους Λιβανέζους αστυνομικούς έφτασε και αρχίσαμε να πυροβολούμε ο ένας τον άλλο από απόσταση περίπου δεκαπέντε μέτρων».».

Καθώς ο Μπάρακ και οι άνθρωποί του συνέχιζαν τους πυροβολισμούς, επάνω οι καταδρομείς ολοκλήρωναν την αποστολή τους. Στην κορυφή της σκάλας οι ομάδες ανατίναξαν τις πόρτες των διαμερισμάτων και άρχισαν να πυροβολούν.

Rami Adwan, γιός του Kamal Adwan:
«Ο πατέρας μου έγινε κομμάτια από τους πυροβολισμούς. Ήταν, θα μπορούσε να πει κανείς, σαν να βλέπεις να γυρίζεται μιά ταινία σε αργό ρυθμό. Ο πατέρας μου ήταν νεκρός. Η μητέρα μου θυμάται ότι αναρωτιόντουσαν τι θα κάνουν με την οικογένεια. Και ξαφνικά, οι δολοφόνοι απλώς έφυγαν».

Ehud Barak, ειδικές δυνάμεις του Ισραήλ:
«Οι τρεις διμοιρίες επέστρεψαν. Δεν είχαν περάσει περισσότερα από έξι με επτά λεπτά πυροβολισμών. Η αποστολή είχε ολοκληρωθεί με επιτυχία και έτσι μπήκαμε στα αυτοκίνητα».

Η ομάδα του Μπάρακ κατευθύνθηκε προς την παραλία αφήνοντας πίσω της μιά εικόνα καταστροφής. Οι πραγματικές απώλειες θα αποκαλύπτονταν στο φως της μέρας.

Ehud Barak, ειδικές δυνάμεις του Ισραήλ:
«Θύμιζε πεδίο μάχης. Στην πραγματικότητα σκοτώσαμε όχι μόνο τους τρεις τρομοκράτες αλλά και επτά ή οκτώ από τους Λιβανέζους αστυνομικούς, ενώ σκοτώθηκαν επίσης και η σύζυγος ενός από τους τρομοκράτες και ένας από τους γείτονες από το φορτίο των εκρηκτικών που χρησιμοποίησαν γιά να ανοίξουν την πόρτα».

*

Στις επόμενες ημέρες κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι οι πράξεις των Ισραηλινών είχαν κοστίσει την ζωή είκοσι αθώων ανθρώπων. Οργισμένες διαμαρτυρίες ξέσπασαν από άκρη σε άκρη σε όλο τον αραβικό κόσμο, υποστηρίζοντας ότι οι στόχοι δεν είχαν καμμία απολύτως σχέση. Η επίθεση στην Βηρυτό ήταν αποφασιστική καμπή. Αυτό που είχε αρχίσει ως εκδίκηση της Γκόλντα Μέϋερ ενάντια σε εκείνους που βρίσκονταν πίσω από την σφαγή του Μονάχου, είχε εξελιχθεί σε μία γενική εκστρατεία ενάντια των Παλαιστινίων.

Aaron Klein, ειδικός σε θέματα της Μοσάντ:
«Ένας πολύ υψηλόβαθμος αξιωματικός είπε ότι ο τρομοκράτης είναι τρομοκράτης, τελεία και παύλα. Δεν εξετάζουμε λεπτομερώς εάν ήταν ή δεν ήταν αναμεμιγμένος. Δεν είναι σημαντικό το ότι είχε ή δεν είχε μεγάλη ανάμιξη στην σφαγή του Μονάχου. Εάν δεν είχε χθες θα έχει αύριο. Είναι τρομοκράτης. Ένας τρομοκράτης είναι τρομοκράτης, τελεία και παύλα».

Αξιωματικός G, εκτελεστής της Μοσάντ:
«Κανένας από τους ανθρώπους στη λίστα δεν ήταν αθώος, όλοι ανταγωνίζονταν γιά το ποιός θα κάνει τις περισσότερες τρομοκρατικές πράξεις και το γεγονός αυτό δικαιολογούσε την δολοφονία ανθρώπων που είχαν απλώς έμμεση σχέση».

*

Μέσα στους επόμενους τρεις μήνες η Μοσάντ διέπραξε τέσσερεις ακόμα δολοφονίες, όλες με καμουφλαρισμένες βόμβες. Ο θάνατος επέστρεψε στην Ρώμη και στο Παρίσι. Η δολοφονία του Ιορδανού Μόσα Αμπού Ζέιντ στις 12 Απριλίου στην Αθήνα ανέβασε τα θύματα της Μοσάντ σε έντεκα. Κάθε φορά το θύμα χαρακτηριζόταν σχεδιαστής του Μονάχου. Και ξαφνικά, τον Ιούνιο του 1973, η Μοσάντ έλαβε μιά πληροφορία από μία αξιόπιστη πηγή, που αποκάλυπτε τα ίχνη του Αλί Χασάν Σαλαμέχ, του νούμερο ένα στόχου του Ισραήλ. Οι Πράκτορες πίστεψαν πως επιτέλους έχουν φτάσει κοντά στον άνθρωπό τους, αλλά τα πράγματα επρόκειτο να έχουν τρομερό τέλος. Τα ίχνη του Σαλαμέχ είχαν εντοπιστεί στην Νορβηγία, αλλά τα αναπάντεχα νέα αιφνιδίασαν την Μοσάντ. Καθώς όλοι οι κορυφαίοι Πράκτορες επιχειρήσεων ήταν αλλού απασχολημένοι, η Μοσάντ έπρεπε να αυτοσχεδιάσει.

Αξιωματικός G, εκτελεστής της Μοσάντ:
«Δεν υπήρχε επαρκής υποστήριξη στην Νορβηγία γιά να γίνει σωστά η δουλειά. Ενδεικτικό ήταν ότι συμπεριέλαβαν δύο άτομα που δεν ήταν πλήρως εκπαιδευμένα».

Πολύ βιαστικά συγκροτήθηκε μιά ομάδα κρούσης και στις 18 Ιουλίου 1973 πέταξαν γιά Όσλο. Η ομάδα ακολούθησε τα ίχνη που την έφεραν βόρεια, στην ήσυχη πόλη Lillehammer. Λίγες ώρες μετά την αναγνώριση του Σαλαμέχ, το Τελ Αβίβ έδωσε το πράσινο φως. Οι δολοφόνοι προετοιμάστηκαν να εξαλείψουν τον υπ’αριθμόν ένα στόχο τους.

*

Lillehammer, Νορβηγία, 21 Ιουλίου 1973.
Στον τρίτο όροφο μιάς πολυόροφης πολυκατοικίας, η εικοσιτριάχρονη Dagme Bring, περνούσε μία ήσυχη βραδιά στο σπίτι της.

Dagme Bring: «Έπλεκα και παρακολουθούσα μία συναρπαστική ταινία. Σηκώθηκα και κοίταξα έξω απ’το παράθυρο. Ένα ζευγάρι περπατούσε στον δρόμο. Είδα ένα αυτοκίνητο. Από μέσα πήδηξε ένας άντρας και περπάτησε προς το ζευγάρι. Νόμισα ότι είχε χαθεί και ζητούσε οδηγίες. Φορούσε σκούρα ρουχα και μου φάνηκε σαν να ήταν καλυμμένο το πρόσωπό του με μάσκα του σκι».

Χτυπημένος με δεκατέσσερεις σφαίρες από μία εικοσιδυάρα Μπερέτα, ο άνδρας ξεψύχησε μέσα σε λίγα λεπτά. Έμοιαζε με δολοφονία που είχε γίνει σύμφωνα με όλες τις οδηγίες. Η Μοσάντ όμως είχε κάνει ένα τερατώδες σφάλμα. Είχαν πυροβολήσει λάθος άνθρωπο. Ο Αχμέτ Μπουχίκι, ένας φιλήσυχος Μαροκινός σερβιτόρος, ζούσε στην Νορβηγία τα τελευταία πέντε χρόνια. Η Μοσάντ τον είχε περάσει γιά τον Σαλαμέχ.

Aaron Klein, ειδικός σε θέματα της Μοσάντ:
«Ο τύπος που πυροβόλησαν δεν είχε σχέση με τον Μαύρο Σεπτέμβρη, ή οποιαδήποτε άλλη οργάνωση. Ζούσε ευτυχισμένος με την έγκυο σύζυγό του στο Lillehammer. Επρόκειτο γιά ένα τεράστιο λάθος. Όλη η επιχείρηση ήταν ένα τεράστιο λάθος».

Οι περιγραφές των υπόπτων δόθηκαν στις αρχές. Η αστυνομία συνέλαβε σε έφοδό της δύο μέλη της ομάδας υποστήριξης.

Ronen Bergman, ειδικός αναλυτής σε θέματα της Μοσάντ:
«Ήταν οι πρώτοι που πιάστηκαν. Έσπασαν στην διάρκεια της ανάκρισης. Η κάλυψή τους τινάχτηκε στον αέρα. Οδήγησαν τις αρχές στους υπόλοιπους που είχαν εμπλακεί. Είχε αποκαλυφθεί σχεδόν όλο το δίκτυο και σημειώθηκε το φιάσκο του Lillehammer. Όχι μόνο σκότωσαν λάθος άνθρωπο, τους έπιασαν και από πάνω».

Μέσα σε λίγες μέρες η αστυνομία συνέλαβε έξι Πράκτορες. Τα πράγματα χειροτέρεψαν όταν αποκαλύφθηκε ότι η αρχική πληροφορία γιά τα ίχνη του Σαλαμέχ ήταν πλαστή. Την είχε διαρεύσει σκόπιμα ένας Παλαιστίνιος κατάσκοπος.

David Kimche, πρώην αναπληρωτής αρχηγός της Μοσάντ:
«Είχαμε στα χέρια μας μιά πολύ-πολύ καλή πληροφορία –έτσι πιστεύαμε- που προερχόταν από κάποιον που, όπως αποδείχτηκε, ήταν διπλός Πράκτορας και πήγαμε στο Lillehammer βασισμένοι σε αυτό που νομίζαμε ότι ήταν μιά εξαιρετική πληροφορία».

Στην δίκη αποκαλύφθηκαν λεπτομέρειες γιά την μυστική επιχείρηση του Ισραήλ. Όταν οι Πράκτορες καταδικάστηκαν και οδηγήθηκαν στην φυλακή, ο παγκόσμιος τύπος πανηγύριζε. Η επιχείρηση του Lillehammer αποτέλεσε την μεγαλύτερη καταστροφή στην ιστορία της Μοσάντ. Υποκύπτωντας στην παγκόσμια κατακραυγή, η Επιτροπή Χ αποσύρθηκε σιωπηρά. Η μυστική εκστρατεία του Ισραήλ είχε τελειώσει μέσα σε δημόσια ατίμωση. Η επιχείρηση «Οργή του Θεού» είχε επισήμως λάβει τέλος. Η Μοσάντ όμως δεν ξέχασε τον υπ’αριθμόν ένα στόχο της.

*

Νέα Υόρκη, 13 Νοεμβρίου 1974. Δύο χρόνια μετά την σφαγή του Μονάχου ο Παλαιστίνιος ηγέτης Γιασέρ Αραφάτ και η ομάδα του προσεκλήθησαν στα Ηνωμένα Έθνη. Στο πλευρό του, ζωντανός ο άνθρωπος που γελοιοποίησε την Μοσάντ, κοίταζε κοροϊδευτικά τους Πράκτορές της. Ο Αλί Χασάν Σαλαμέχ αυτοπροσώπως. Μετά από αυτή την πρόκληση η Μοσάντ ξανάνοιξε τον φάκελό του και γιά πέντε χρόνια προσπαθούσε να βρει τα ίχνη του. Τον Ιανουάριο του 1979 ο Σαλαμέχ εντοπίστηκε στην κατεστραμένη απ’τον πόλεμο Βηρυτό. Η καθημερινή του ρουτίνα καταγράφηκε. Στις 29 του μήνα, ένα αυτοκίνητο παγιδευμένο με εκρηκτικά εξεράγη την ώρα που περνούσαν από δίπλα ο Σαλαμέχ και οι σωματοφύλακές του. Ο υπ’αριθμόν ένα στόχος των Ισραηλινών ήταν νεκρός.

*

Τρομοκρατία: (η) [χωρίς πληθυντικό] 1.Σειρά ενεργειών γιά την επιβολή του τρόμου, με την άσκηση σωματικής ή/και ψυχολογικής βίας.2.(συνεκδ.) Τρόπος διακυβερνήσεως του λαού από μικρή μειοψηφία, η οποία εφαρμόζει σκληρά μέτρα βίας. 3. Η συστηματική χρήση βίας (δολοφονίες, βομβιστικές ενέργειες, απειλές γιά καταστροφές, αεροπειρατείες) εκ μέρους ομάδων, οργανώσεων, μειονοτήτων, ακόμα και στρατών ή μυστικών υπηρεσιών, με στόχο να τρομοκρατήσουν λαούς, κυβερνήσεις ή πολιτικούς αντιπάλους, προκειμένου να επιτύχουν τους πολιτικούς τους στόχους.
[ΕΤΥΜ. Η λέξη μαρτυρείται από το 1840].






Επιστροφη στην κεντρικη σελιδα