12. Ο ΠΙΟ ΣΚΛΗΡΟΣ ΜΥΣ ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ.

Ο Κόλε ντε Καγιέ έκλεισε τον χαρτοφύλακα και κοίταξε πάνω απ’τις σελίδες τον άνθρωπο απέναντί του.
-Είμαστε εντάξει;
-Είμαστε εντάξει Κόλε, απάντησε ο Γκυ Ταμπαρύ. Κοίταξε έξω απ’το παράθυρο. Το τραίνο διέσχιζε την Αυστρία. Δυό ελεγκτές μπήκαν μέσα. Τους δώσανε τα διαβατήρια.
Ο ελεγκτής κοίταξε γιά μερικά δευτερόλεπτα, μία τον Κόλε και μία το διαβατήριό του.
-Τι ζώδιο είσθε κύριε; τον ρώτησε τελικά.
Ο Γκυ πάγωσε. Γιά μιά στιγμή δεν μπορούσε καν να κινηθεί.
-Κριός, απάντησε ο Κόλε αδιάφορα και του έκλεισε το μάτι.

*

Περπάτησε μέχρι το άλλο χωριό. Διέσχισε τα βουνά. Στη στροφή, ένας σκύλος φυλάει το εγκαταλελειμένο εργοστάσιο. Πέρα, τα κίτρινα φώτα του δρόμου. Ένα αυτοκίνητο περνάει αργά.

*

Η θάλασα. Πάντα η θάλασα. Ο παφλασμός.
Ο Χρόνος είναι η θάλασα. Ένα δευτερόλεπτο, δύο, τρία, δεκαπέντε, εφτακόσια, κάποια στιγμή θα βαρεθείς. Εκείνη ποτέ.
Ο Χρόνος είναι η διαδρομή του καραβιού από την μέση του κάδρου, μέχρι να χαθεί από τα μάτια σου. Συμβαίνουν και άλλα μέσα στον Χρόνο. Γιά παράδειγμα, μέχρι να χαθεί το καράβι, ίσως νά έχει νυχτώσει.
Ο Χώρος. Εξαρτάται από την διάθεση του παρατηρητή. Ο Χώρος διαστέλεται και συστέλεται. Ο ίδιος Χώρος.
Το Μέγεθος. Ένας γλάρος στα πεντακόσια μέτρα έχει το ίδιο μέγεθος με μία μύγα στους είκοσι πόντους.
Τα Επίπεδα: Σχέσεις αληλεξάρτησης. Συνεχείς κρίσεις και συγκρίσεις. Βαθύ μπλέ και λιγότερο βαθύ μπλε.

-Αν είχες ένα μαύρο πιό μαύρο απ’το μαύρο, τι θα το έκανες;
-Θα το έκανα φόντο και θα ζωγράφιζα πάνω του με μαύρο.

Το Βόρειο Σέλας. Ηλιακές καταιγίδες. Αιγυπτιακές γάτες που στέκουν με ηδυπάθεια στα μπροστινά τους πόδια. Τα Πλάτη του Ίππου. Η μεγάλη έρημος. Οι κόκοι της άμμου που μετράν τον Χρόνο. Οι Παράληλοι και οι Μεσημβρινοί. Η Πατρίδα μας –η παιδική μας ηλικία. Τα κλουβιά. Φυλακισμένα ζώα που δεν μπορούν να επιβιώσουν. Χοροδιδασκαλείον. Τα ποτάμια του Ηράκλειτου. Παραίσθηση.

*

Τους παρακολουθούσε κρυμένος πίσω απ’τα βράχια. Σε μερικά δευτερόλεπτα. Τέσερα, τρία, δύο, ένα, τώρα. Απέτυχε. Η βόμβα έσκασε πιό νωρίς. Τον πιάσαν.

*

Ο Γκυ και ο Κόλε βλέπαν τον τελικό. Όλη αυτή την ώρα μιλούσαν γαλλικά.
Ο παίκτης έχασε σίγουρο γκολ. Ο Γκυ πετάχτηκε από τη θέση του.
-Γαμώ το σπίτι σου, παλτό, είπε –σε τέλεια ελληνικά.
Οι θαμώνες, γύρισαν και τον κοίταξαν. Ο Κόλε, κράτησε την ανάσα του.

*


Οι Πράκτορες. Περίεργες περιπτώσεις ύπαρξης. Άνθρωποι-προγράματα. Πράκτορες, είμαστε –εν δυνάμει- όλοι. Οι Πράκτορες δεν είναι σαν τους ήρωες χολυγουντιανών έργων. Οι Πράκτορες είναι προσαρμοστικοί. Οι Πράκτορες είναι λογιστές. Υπάληλοι εταιρειών. Γραφειοκράτες που κάνουν μελέτες. Καταστρώνουν πενταετή πλάνα.
Οι περισσότεροι δεν ξέρουν ότι είναι Πράκτορες. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Toν Φεβρουάριο του 1993, δύο δεκάχρονα αγόρια παρέσυραν τον Τζέιμι Μπάλτζερ, τριών ετών, από εμπορικό κέντρο του Λίβερπουλ, τον χτύπησαν μέχρι θανάτου και εγκατέλειψαν το σώμα του στις γραμμές του τρένου, ώστε οι αρχές να νομίσουν ότι είχε χτυπηθεί από διερχόμενο συρμό. Η υπόθεση διαλευκάνθηκε χάρη στις εικόνες, που είχαν καταγράψει οι κάμερες ασφαλείας του εμπορικού κέντρου. Κατά την διάρκεια της ανάκρισης τριανταοχτώ άτομα δήλωσαν ότι είδαν τα δεκάχρονα αγόρια να κακοποιούντον Τζέιμι –και κανένας δεν έκανε τίποτα. Οι «τριανταοκτώ του Λίβερπουλ».

*

-Και πως τον πιάσαν; Καρφωτή;
-Όχι. Η ιστορία έγινε ως εξής: αυτός, ζούσε με μιά κοπέλα –που δεν ήξερε τίποτα. Το διαμέρισμα είχε κλειδαριές ασφαλείας. Αυτός έκρυψε την βαλίτσα εκεί. Η κοπέλα φιλοξενούσε μία φίλη της. Η φίλη έκλεψε ένα παντελόνι από κάποιο μαγαζί και την πιάσαν. Οι αστυνομία έκανε έρευνα στο σπίτι. Και έτσι –τυχαία- βρήκαν τη βαλίτσα.

*

Από την άλλη μεριά, οι Παρατηρητές παρατηρούν. Καταγράφουν. Μετρούν τον Χρόνο. Μεταφράζουν την Ιστορία. Οι Παρατηρητές δεν έχουν άποψη. Είναι σαν κάμερες.

«Δεν υπάρχει Ιστορία. Μόνο ερμηνείες των γεγονότων».

Οι Ερμηνευτές. Μερικοί είναι Πράκτορες.

*

«Το φιλμ αρχίζει με το Θεό που αποφασίζει να κάνει μιά οικογενειακή ταινία. Καθώς περιμένει τα αγγελούδια να του τη φέρουνε πίσω από το εργαστήρι εμφανισμένη, τον παίρνει ο ύπνος –και τούτο το όνειρο αποτελεί τον σκελετό της ταινίας. Άλλοι χαρακτήρες στο έργο είναι ένας βυζαντινός διάβολος που λέγεται Όλντ Ζίρκον, κάποιος Στουντεμπαίηκερ Χοκ που ζει στο πίσω μέρος μιας αγοράς και φοράει ένα ασπροκόκκινο τραπεζομάντηλο σαν μανδύα και ένας κυβερνητικός πράκτορας, που λέγεται Λιττλ Έμιλ, που προσπαθεί να διαπραγματευτεί με το βουνό το οποίο, στο μεταξύ, έχει γίνει ηφαίστειο».


*


[Ο Μπιλ -ο Πράκτορας- σταμάτησε στο κόκκινο φανάρι. Δίπλα του, σταμάτησε ένα μηχανάκι].(Σ.τ.Σ.).

*

«Στην αρχή, ο Θεός αποφασίζει να φτιάξει μιά οικογενειακή ταινία με έναν καναπέ, ένα κοντό κορίτσι και ένα μαγικό γουρούνι. Μετά δίνει το φιλμ στα αγγελούδια, που το πηγαίνουνε σ’ένα εργαστήρι όπου δεν κάνουνε περίεργες ερωτήσεις. Ενώ περιμένει τα αγγελούδια να γυρίσουνε, πέφτει στον καναπέ και κοιμάται και ονειρεύεται ένα μεγάλο όνειρο. Τούτο το όνειρο είναι ο κύριος κορμός της δράσης στην ταινία, που διαδραματίζεται στη Γη και περιλαμβάνει ένα τύπο με το όνομα Όλντ Ζίρκον –ένα ξεπερασμένο βυζαντινό διάβολο. Αφού συστήνεται, ο Όλντ Ζίρκον τραγουδάει και χορεύει μπροστά σε μιά σπηλιά. Καθώς χορεύει, οι οπλές του προκαλούνε σπίθες στις πέτρες, που με τη σειρά τους βάζουνε φωτιά στην κοντινή πρασινάδα. Καθώς οι φλόγες και ο καπνός υψώνονται, τραγουδάει σε χαμηλό τόνο και ο καπνός μεταμορφώνεται σε αρκετά ογκώδη βουνά. Ένα από αυτά τα βουνά μπορεί να μιλήσει και τ’ όνομά του είναι «Μπίλλυ το Βουνό». Είναι παντρεμένο με την Έθελ το Δέντρο, που είναι ένα δέντρο που φυτρώνει σε μιά πλαγιά του βουνού. Ο Μπίλι το Βουνό έχει ένα γκρεμό γιά σαγόνι και όταν μιλάει ο γκρεμός ανεβοκατεβαίνει, κάφε σκόνη τινάζεται έξω και οι βράχοι και οι πέτρες μετακινούνται. Ο Μπίλλυ έχει δυό μεγάλες σπηλιές γιά μάτια.

Ενώ γίνονται αυτά, ένας άλλος τύπος που λέγεται Στουντεμπαίηκερ Χοκ -που ζει στο πίσω μέρος μιάς όμορφης μικρής αγοράς, στο Οντάριο της Καλιφόρνια- κάθεται στο σιγυρισμένο δωματιάκι του, φορώντας ένα ασπροκόκκινο καρρώ τραπεζομάντηλο γιά κάπα με κολημένες σταγόνες από λυωμένο κερί που είναι σφηνωμένο στο λαιμό μιάς μπουκάλας κιάντι και πράσινο ντένιμ παντελόνι σαν αυτά που φοράνε οι οδηγοί λεωφορείων. Ο Στουντεμπαίηκερ Χοκ κάθεται μπροστά σε μιά φωτισμένη οθόνη στην οποία παρακολουθεί τις δραστηριότητες όλων των πραγμάτων που είναι πιθανώς επικίνδυνα γιά τον πολιτισμό όπως τον ξέρουμε.

Ο Χοκ βλέπει το βουνό με τη σκόνη να βγαίνει από το στόμα του και τρομοκρατείται. Προσπαθεί να έρθει σε επαφή με την κυβέρνηση –παίρνει στο τηλέφωνο πληροφορημένες πήγές στην Ουάσιγκτον γιά να προειδοποιήσει γιά τους πιθανούς κινδύνους από την εμφάνιση του καινούριου καφέ συννέφου, αλλά ανακαλύπτει πως η γραμμή είναι κατειλημένη.

Στο μεταξύ η Έθελ το Δέντρο, βρίσκεται κάτω από την κακή επιροή του Όλντ Ζίρκον, ο οποίος -με την βοήθεια ενός μυστηριώδους σωλήνα χρωμίου- λέει στην Έθελ να βάλει τον Μπίλλυ να κάνει κάτι τρομερό –και το τρομερό είναι να την πάει διακοπές.
Έτσι, λέει στον Μπίλλυ:
-Αν μ’αγαπάς αληθινά, πήγαινέ με διακοπές.
Το βουνό, σηκώνεται πάνω στα τεράστια γρανίτινα πόδια του και αρχίζει να διασχίζει την Αμερική. Καθώς περπατάει, καταστρέφει το μεγαλύτερο μέρος της.
Στο δρόμο ο Μπίλλυ πεινάει και έτσι σταματάει και τρώει ένα εστιατόριο –ένα δείπνο από χρώμιο μαζί με λεμονόπιτες, τη μηχανή ταμείου και όλα τα κατσαρολικά. Τούτο όμως πειράζει την ευαίσθητη μεμβράνη των εντοσθίων του προκαλώντας την διαφυγή αερίων, φωτιάς και λυωμένης λάβας. Ο Μπίλλυ το Βουνό γίνεται ο Μπίλλυ το Ηφαίστειο.
Μέχρι να φτάσει στην Ινδιανάπολη πετάει την λυωμένη λάβα αριστερά και δεξιά στη χώρα και ο Στουντεμπαίηκερ Χοκ πανικοβάλεται. Τελικά κατορθώνει να έρθει σε επαφή με την κυβέρνηση και συναντάει έναν τύπο που λέγεται Λιττλ Έμιλ, που του δίνει ένα μυστικό κώδικα με οδηγίες από την Ουάσιγκτον σχετικά με το πως να αντιμετωπίσει τον Μπίλλυ.
Αποκωδικοποιεί τον κώδικα αλλά ανακαλύπτει πως αυτό που τον βάζει η κυβέρνηση να κάνει θα έχει δραστικές μακρόπνοες οικολογικές επιπτώσεις. Με άλλα λόγια, λένε στον Χοκ να σκαρφαλώσει κρυφά στο βουνό και να του βάλει μιά βόμβα -που δεν είναι καμμιά άλλη από τον καναπέ που συναντήσαμε στην αρχή της ταινίας. Τούτη η βόμβα θα καταστρέψει το βουνό. Αλλά ταυτόχρονα θα ανατινάξει το κέντρο των μεσοδυτικών πολιτειών και θα αφήσει μιά τρύπα χίλια μίλια πλατειά. Οι οδηγίες προέρχονται από τον ηλεκτρονικό εγκέφαλο του Πενταγώνου που –απ’ότι φαίνεται- του την έχει βαρέσει.

Ο Χοκ δεν θέλει να υπακούσει στις διαταγές, αλλά ο ηλεκτρονικός εγκέφαλος έχει δικαιολογήσει τούτη την τεράστια τρύπα στο κέντρο της Αμερικής λέγοντας:
«Τούτοι οι χαζοί αγρότες ούτε που θα το καταλάβουνε...».

Έτσι, ο Χοκ φωνάζει πίσω τον Λιττλ Έμιλ και οι δυό τους έχουνε μιά φιλοσοφική λογομαχία πάνω στο γιατί δεν θάπρεπε να υπακούσει στις διαταγές και να βάλει σε εφαρμογή το δικό του σχέδιο, που θα του επέτρεπε –σαν ένα μεγάλο Αμερικανό- να σώσει την Αμερική χωρίς να αφανίσει τους αγρότες των μεσοδυτικών πολιτειών.

Δυστυχώς ανακαλύπτει ότι ο Λιττλ Έμιλ δεν εργάζεται γιά την κυβέρνηση –είναι ιδιοκτήτης της Κυβέρνησης, αρχηγός της Ηλεκτρικής Μαφίας.

Τα πράγματα μπλέκονται όλο και περισσότερο. Αλλά η ταινία έχει ένα φυσιολογικό
σενάριο που μπορείς να παρακολουθήσεις, με φυσιολογικά γεγονότα, με σασπένς, κακούς, καλούς, εκρήξεις, θεομηνίες, καταστροφές....
Αλλά δεν μπορώ να πω πως τελειώνει η ταινία....
Είναι άκρως απόρητο...


(Συνέντευξη του Ζάππα στο New Musical Express, στις 4 Δεκέμβρη 1971.
Από το βιβλίο του Πητ Κωνσταντέα, Frank Zappa, εκδόσεις Νεφέλη, 1980).

*

Η Πέρλα Όβιτς, έκλαψε τον Φλεβάρη του 1979, όταν ο Μέγκελε πέθανε.
«Τα συναισθήματά μου είναι ανάμικτα. Χάρη σ’αυτόν σωθήκαμε όλοι».

*

Ενδυματολογία (η) [χωρ.πληθ.] η συστηματική και συνήθως κατ’επάγγελμα ενασχόληση με τον σχεδιασμό, την επιμέλεια ή/και την κατασκευή ενδυμασιών, κυρίως γιά το θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση.
[ΕΤΥΜ. Η λέξη μαρτυρείται από το 1893].

*

Η κοπέλα τον κοίταξε με τα πράσινα μάτια της μέσα απ’το τζάμι.
Bang bang…



Επιστροφη στην κεντρικη σελιδα